Είχε και άλλοτε αισθανθεί τους ίδιους πόνους. Ήταν τότε που προετοιμαζόταν για τον κλασικό μαραθώνιο και είχε επιλέξει να γυμνάζεται σε περίεργες διαδρομές, στην άσφαλτο, στο τσιμέντο, σε κακοτράχαλες ανηφοριές, σε βουνά και σε λαγκάδια. Τώρα όμως οι πόνοι την επισκέφθηκαν δίχως ολοφάνερες αιτία και αφορμή. Και της υπενθύμισαν πως οι παλιές πληγές δύσκολα επουλώνονται. Ένιωθε βαθιά μέσα στο κόκαλο, στα πλάγια των μηρών, τον πόνο σαν ξίφος να την συνοδεύει σε κάθε διασκελισμό. Φοβήθηκε ότι η προπόνηση θα τιναζόταν στον αέρα. Και το χειρότερο ήταν ότι έτρεμε στη σκέψη πως μπορεί να αναγκαζόταν να μπλέξει με γιατροσόφια, φάρμακα, ενέσεις και φυσιοθεραπείες. Τελικά αποφάσισε και πήγε στο γιατρό. Εκείνος την εξέτασε, έξυσε το κεφάλι του και απεφάνθη: «Πρόκειται για τυπική περίπτωση τροχαντηρίτιδας. Έχει μάλιστα εμπλακεί και ο θύλακος και πάσχεις από θυλακίτιδα του μείζονα τροχαντήρα». Με κόπο συγκρατήθηκε να μη βάλει τα γέλια. Για άλλη μια φορά ο γιατρός την ξάφνιαζε με μυστήριους και δυσκολοχώνευτους επιστημονικούς όρους.
Οι μεγάλες μυϊκές ομάδες στο ανθρώπινο σώμα, που συγκρατούν τον κορμό ή κινούν τα άκρα, προσφύονται σε προεξοχές των οστών, ειδικά δομημένες γι’ αυτό το σκοπό. Οι αποφύσεις του βραχιονίου, οι κόνδυλοι της κνήμης και οι τροχαντήρες του μηριαίου εξυπηρετούν τη σωστή λειτουργικότητα των μυών, προσδίδοντάς τους το μοχλοβραχίονα που χρειάζονται για μια αποδοτική συστολή.
Οι γλουτιαίοι μύες, που κινούν το σκέλος και επιτρέπουν την αλλαγή στάσης του σώματος (από την όρθια στην καθιστική και από την καθιστική στην ύπτια), ή την αλλαγή διασκελισμού στο περπάτημα και το τρέξιμο, προσφύονται στο μείζονα τροχαντήρα στην εξωτερική επιφάνεια του άνω μέρους του μηριαίου οστού. Ανάμεσα στον τροχαντήρα και στον τένοντα των γλουτιαίων, υπάρχει ένας ορογόνος θύλακος, που δρα ως αμορτισέρ και προστατεύει τόσο το οστούν όσο και τον τένοντα. Στους δρομείς είναι συχνός ο ερεθισμός σε αυτή την περιοχή, που καταλήγει συνήθως σε φλεγμονή του τένοντα (τενοντίτιδα) ή/και του ορογόνου θυλάκου (θυλακίτιδα).
Η διάγνωση εξασφαλίζεται από τις πληροφορίες του ιστορικού, τα σημεία της κλινικής εξέτασης και τα ευρήματα των ακτινογραφιών. Ο γιατρός μπορεί σπάνια να καταφύγει στη Μαγνητική Τομογραφία, για να αποκλείσει κυρίως άλλα νοσήματα με παρόμοιες κλινικές εκδηλώσεις, ή για να επιβεβαιώσει την αρχική του διάγνωση. Οι δρομείς σπάνια αναφέρουν άμεση πλήξη στον τροχαντήρα, μετά από πτώση. Αυτός ο τραυματισμός είναι συχνότερος σε ποδοσφαιριστές και στους αθλητές του χάντμπολ. Ωστόσο, η έναρξη του πόνου μπορεί να είναι προοδευτική και να σχετίζεται με την ταυτόχρονη αύξηση της χιλιομετρικής απόστασης που καλύπτεται εβδομαδιαίως, ή με την απότομη εντατικοποίηση της προπόνησης, εν όψει ενός επικείμενου αγώνα.
Άλλοτε, οι δρομείς τρέχουν στην ίδια πλευρά του δρόμου σε τακτική βάση, ή ακολουθούν τα ίδια πάντα επικλινή μονοπάτια στο βουνό. Το αποτέλεσμα αυτής της συνήθειας είναι η ενόχληση του σκέλους που βρίσκεται στην εξωτερική πλευρά του δρόμου ή του μονοπατιού. Οι γλουτιαίοι μύες αυτού του σκέλους υποχρεώνονται να εργαστούν περισσότερο και η προσπάθεια αυτή καταλήγει σε άσκηση μεγαλυτέρων δυνάμεων στον τροχαντήρα, με συνέπεια τον ερεθισμό και τη φλεγμονή του. Μερικές φορές, οι δρομείς αναφέρουν κριγμό, ή ένα χαρακτηριστικό «κλικ» στον τροχαντήρα.
Οι γυναίκες προσβάλλονται συχνότερα από τροχαντηρίτιδα. Το γεγονός δικαιολογείται από την ανατομική κατασκευή του γυναικείου σκελετού. Η λεκάνη είναι συνήθως πλατύτερη της ανδρικής και οι τροχαντήρες απέχουν περισσότερο. Οι γυναίκες δρομείς συνηθίζουν να τρέχουν με χέρια αιωρούμενα, διασταυρώνοντάς τα μπροστά στο στήθος τους, με αποτέλεσμα την υπερβολική κίνηση της λεκάνης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι συχνή η τριβή του τένοντα των γλουτιαίων μυών στον τροχαντήρα και η ανάπτυξη φλεγμονώδους αντίδρασης.
Στην κλινική εξέταση είναι χαρακτηριστική η ευαισθησία κατά την ψηλάφηση της περιοχής του τροχαντήρα. Η απαγωγή του σκέλους υπό αντίσταση, καθώς και η παθητική προσαγωγή, αναπαράγουν τον πόνο. Οι ακτινογραφίες πραγματοποιούνται περισσότερο για να αποκλείσουν άλλο νόσημα, ή να αναδείξουν έναν τραυματισμό (π.χ. κάταγμα κόπωσης), παρά για να επιβεβαιώσουν τη διάγνωση.
Στις σπάνιες περιπτώσεις που διενεργείται Μαγνητική Τομογραφία, το μόνο εύρημα είναι η αποκάλυψη ενός ορογόνου θυλάκου οιδηματώδους και γεμάτου από διαυγές υγρό. Η διάγνωση, εν τούτοις, δεν βασίζεται στη διακριτική ικανότητα της Μαγνητικής Τομογραφίας, αλλά στην παροχή χρήσιμων πληροφοριών εκ μέρους του ασθενούς και στην οξυδέρκεια και τις γνώσεις του γιατρού.
Η θεραπεία της τροχαντηρίτιδας είναι κατά κανόνα συντηρητική. Το πρώτο βήμα αντιμετώπισης είναι φυσικά η διάγνωσή της. Το επόμενο είναι η εφαρμογή μιας σειράς μέτρων που αποσκοπούν στο μετριασμό των ενοχλημάτων και την υποχώρηση της φλεγμονής.
Περιορισμός των δραστηριοτήτων ή/και ενεργητική ανάπαυση. Χρήσιμη αποδεικνύεται η προσωρινή ενασχόληση με το ποδήλατο ή το κολύμπι.
Διατατικές ασκήσεις για τους γλουτιαίους και, κυρίως, για τον τείνοντα την πλατεία περιτονία μυ και τη λαγονοκνημιαία ταινία.
Ασκήσεις ενδυνάμωσης για τους γλουτιαίους μύες, αρχικά ισομετρικές και στη συνέχεια ισοτονικές, με γνώμονα την ανοχή στον πόνο.
Αντιφλεγμονώδη δισκία, με παράλληλη προστασία του στομάχου από πιθανές παρενέργειες.
Η εφαρμογή ορθωτικού πέλματος στο υπόδημα διορθώνει τον υπερπρηνισμό του ποδιού και ανακουφίζει τους τροχαντήρες στη διάρκεια του τρεξίματος.
Η τροποποίηση των υποδημάτων, για την εξάλειψη μικρής ανισοσκελίας, ελαττώνει την ένταση των ενοχλημάτων.
Η φυσιοθεραπεία (ιοντοφόρεση και εφαρμογή υπερήχων) αποδεικνύεται συχνά ιδιαίτερα ωφέλιμη.
Αν τα ενοχλήματα επιμένουν, ακολουθεί η έγχυση κορτικοστεροειδούς στο σημείο της μέγιστης ευαισθησίας.
Οι περισσότεροι ασθενείς ανταποκρίνονται ευνοϊκά στη συντηρητική αγωγή. Ωστόσο, στις σπάνιες περιπτώσεις που ο πόνος επιμένει παρά την εφαρμογή των μέτρων της συντηρητικής αγωγής, ο γιατρός επεμβαίνει χειρουργικά. Πολυάριθμες χειρουργικές τεχνικές έχουν περιγραφεί, οι περισσότερες των οποίων εστιάζονται στην απελευθέρωση ή την επιμήκυνση της λαγονοκνημιαίας ταινίας. Αρκετά συχνά η επέμβαση αυτή συνδυάζεται με χειρουργικό καθαρισμό του ορογόνου θυλάκου.
Οι βιβλιογραφικές αναφορές περιγράφουν ικανοποιητικά αποτελέσματα και τη, μετά σύντομο χρονικό διάστημα, επιστροφή του αθλητή στις προπονητικές και αγωνιστικές του υποχρεώσεις