πνευμονολόγου-εντατικολόγου.
Το σώμα μας καθημερινά καταστρέφεται καθώς βομβαρδίζεται από ανενόχλητους εισβολείς που εισέρχονται σ’ αυτό με τη μορφή μεταλλαγμένων τροφών, αερίων και υγρών ρύπων ή άλλων τοξικών εισβολέων όπως είναι τα καλλυντικά, η ακτινοβολία, τα εντομοκτόνα κ.ά. Ταυτοχρόνως το διατροφικό τοπίο έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνιασε βάρος των καταναλωτών. Οι εταιρείες παραγωγής τροφών και συμπληρωμάτων διατροφής διαθέτουν τεράστια ποσά με σκοπό να πείσουν για τα οφέλη των προϊόντων τους στην υγεία, αλλά είναι περισσότερο από σαφές ότι το πρώτιστο μέλημά τους είναι το μεγάλο κέρδος, αδιαφορώντας για την υγεία όλων μας. Ο μόνος τρόπος άμυνας μας απέναντι σε αυτή την ακάθεκτη εξόρμηση της διαφημιστικής λαίλαπας είναι η αδιάλειπτη κατάκτηση της γνώσης. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο θα αναλύσουμε ορισμένες ουσιαστικές και βασικές γνώσεις των διαφόρων διατροφικών στοιχείων.
ΒΙΤΑΜΙΝΕΣ:
Η αποτελεσματική ρύθμιση της χρήσης των τροφών από των οργανισμό(του μεταβολισμού) απαιτεί την παρουσία βιταμινών ή άλλων ιχνοστοιχείων σε ελάχιστες ποσότητες. Δηλαδή οι βιταμίνες διευκολύνουν την καύση-οξείδωση των τροφών, αυξάνοντας ή μειώνοντας την ταχύτητα των βιοχημικών αντιδράσεων στα κύτταρα προκειμένου να γίνει σύνθεση ιστών και παροχή ενέργειας. Το σώμα μας χρειάζεται μόνο 350γρ βιταμινών ετησίως και 862kgφαγητό. Με τη σωστή διατροφή από μια ποικιλία τροφών ακόμη και ο σκληρά προπονούμενος αθλητής δεν χρειάζεται να παίρνει βιταμίνες από συμπληρώματα. Αν μάλιστα ορισμένες βιταμίνες καταναλωθούν σε περίσσια τότε μπορεί η κατανάλωση αυτή να επηρεάσει δυσμενώς την υγεία.
Εκτός από τη βιταμίνη D, το σώμα μας δεν κατασκευάζει βιταμίνες. Επομένως, είναι αναγκαίο να τις προμηθευτούμε μέσω της διατροφής. Μερικές τροφές περιέχουν μεγάλη ποσότητα βιταμινών π.χ. τα πράσινα φύλλα, οι καρποί και οι ρίζες των φυτών που παράγουν βιταμίνες με τη φωτοσύνθεση. Τα ζώα προσλαμβάνουν τις βιταμίνες τρώγοντας τα φυτά, τους καρπούς και τις ρίζες ή από το κρέας άλλων ζώων τα οποία είχαν προηγουμένως καταναλώσει τέτοιες τροφές.
Αρκετές βιταμίνες όπως A,D, νιασίνη κ.ά. ενεργοποιούνται από πρόδρομες μη δραστικές μορφές. Οι καροτίνες, οι καλύτερα γνωστές προβιταμίνες αποτελούν την κίτρινη ή κιτρινοπράσινη πρόδρομη ουσία της βιταμίνης Α που δίνει αυτό το χρώμα στα λαχανικά και τα φρούτα.
ΕΙΔΗ ΒΙΤΑΜΙΝΩΝ
Έχουν μελετηθεί και ανασυντεθεί χημικά 13 είδη βιταμινών. Χωρίζονται σε λιποδιαλυτές A,D,E,Κ και υδατοδιαλυτές B,C. Οι πρώτες διαλύονται και αποθηκεύονται στο λίπος και δεν χρειάζεται να τις προσλαμβάνουμε καθημερινά, επομένως μπορεί να περάσουν χρόνια μέχρι να εμφανιστούν συμπτώματα από την έλλειψή τους. Το ήπαρ αποθηκεύει A και D ενω η Ε αποθηκεύεται σε όλο το λιπώδη ιστό του σώματος. Το λίπος των τροφών αποτελεί την κύρια πηγή πρόσληψης των λιποδιαλυτών βιταμινών. Ακολουθώντας μια διατροφή χωρίς λίπος θα επιταχύνουμε την έλλειψή τους. Από την άλλη, δεν πρέπει να λαμβάνονται σε μεγάλες ποσότητες μέσω συμπληρωμάτων διότι οι τοξικές τους δράσεις είναι συχνές, π.χ. καθημερινή μέτρια πρόσληψη περίσσιας βιταμινών Α και Dεπιφέρουν σοβαρές τοξικές επιδράσεις. Τα παιδιά είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα. Περίσσια πρόσληψη βιταμίνης D προκαλεί εναπόθεση Ca στον εγκέφαλο και πνευματική καθυστέρηση. Επίσης, βιταμίνη Α σε δόση λίγο μεγαλύτερη από τη συνιστώμενη (700-900 μικρογραμμάρια ημερησίως) προκαλεί κατάγματα οστών στην ενήλικη ζωή. Σε παιδιά έως 10 ετών η υπερβιταμίνωση Α προκαλεί υπερευερεθιστότητα, ξηρό δέρμα, οίδημα οστών, απώλεια βάρους. Στους ενήλικες παρατηρείται πονοκέφαλος, ζάλη, διάρροια, τριχόπτωση και έλλειψη Ca από τα οστά, οστεοπόρωση, κίνδυνος καταγμάτων. Η συχνή υπερχορήγηση βιταμίνης D προκαλεί βλάβη των νεφρών. Η περίσσια βιταμίνης Α επηρεάζει αρκετά τη δράση της βιταμίνης D, η οποία βοηθά το σώμα να διατηρήσει φυσιολογικά επίπεδα Ca.
ΥΔΑΤΟΔΙΑΛΥΤΕΣ:
δρουν ως συνένζυμα, μικρά μόρια δηλαδή συνδεδεμένα με μια πρωτεΐνη που είναι μεγαλύτερο μόριο για το σχηματισμό ενός δραστικού ενζύμου που επιταχύνει τις χημικές αντιδράσεις. Διαλύονται εύκολα σε όλα τα υγρά του σώματος χωρίς αποθήκευση στους ιστούς σε υπολογίσιμες ποσότητες. Αν η διατροφή περιέχει λιγότερο από το 50% των απαιτουμένων(συσταθέντων) οριακές ανεπάρκειες μπορεί να συμβούν μέσα σε τέσσερις εβδομάδες. Το πλεόνασμά τους αποβάλλεται στα ούρα. Η δράση τους διαρκεί 8-12 ώρες.
Η εφίδρωση και η έντονη φυσική δραστηριότητα ελάχιστα επηρεάζει τις υδατοδιαλυτές βιταμίνες επομένως οι αθλούμενοι δεν χρειάζονται επιπλέον βιταμίνες. Επομένως, οι ανάγκες για βιταμίνες του αθλητή δεν διαφέρουν από τις ανάγκες των άλλων ανθρώπων. Επειδή ένα ευρύ φάσμα βιταμινών διατίθεται στις τροφές σπάνια κάποιος μπορεί να εμφανίζει παρατεταμένη ανεπάρκεια κάποιας βιταμίνης. Εξαίρεση αποτελούν καταστάσεις στέρησης, αλκοολισμού ή σημαντικών αποκλίσεων από τις συνετές διαιτητικές συστάσεις.