Παρά την έγκριση του “πακέτου βοήθειας”, η Ελλάδα μπήκε σε μια επικίνδυνη και προσχεδιασμένη εποχή κοινωνικοπολιτικής αποδόμησης. Μη όντας οικονομολόγος, θα αποφύγω κάθε συζήτηση σχετικά με τεχνικά θέματα για τη δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει και θα απορρίψω ευθέως τους οποιουσδήποτε ισχυρισμούς περί διεθνών ανησυχιών για την ευημερία του ελληνικού έθνους. Δεν υπάρχει καμία. Αντιθέτως, υπάρχουν στοιχεία για το ότι επί δύο δεκαετίες η Ελλάδα δεχόταν διασταυρούμενα πυρά από περιφερειακές και παγκόσμιες δυνάμεις, που έκλιναν προς την αναδιαμόρφωση των βαλκανικών συνόρων και του στρατηγικού περιβάλλοντος σε μια ευμετάβλητη περιοχή. Έχω επανειλημμένως γράψει για τη βαθιά νοσταλγία μεταξύ των απατεώνων και των απογόνων των χρηματιστών της οθωμανικής εποχής για τον βαλκανικό χάρτη όπως ήταν διαμορφωμένος πριν από το 1912. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως χώρα όπου ο «καπιταλισμός της καταστροφής» μπορεί να επιβληθεί με μέσα που φθάνουν οριακά πριν από τον πόλεμο, με απώτερο σκοπό τον ταυτόχρονο επαναπροσδιορισμό της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.
Κατά τη γνώμη μου, οι μεθοδεύσεις της δεκαετίας του 1990 κορυφώθηκαν στη σημερινή ισχυρή καταιγίδα. Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με την εθνική χρεοκοπία, την αστική γκετοποίηοη, έναν εν εξελίξει εθνικό κατακερματισμό, την παρατεταμένη εξωτερική παρέμβαση, την κοινωνική αναταραχή και την εκ νέου εκτόπιση των γηγενών από τους περιφερόμενους απατεώνες που κολυμπούν στα δώδεκα τρισεκατομμύρια δολάρια που έκλεψαν από το αμερικανικό κράτος. Οι «αμερικανικής κατασκευής» απατεώνες αναζητούν διακαώς επενδυτικά κελεπούρια. Αν δεν μπορούν να τα βρουν, μπορούν σταθερά να κατασκευάσουν μερικά, με τη βοήθεια των Ευρωπαίων τραπεζιτών που παίζουν στοιχήματα στις αποτυχίες, ή μέσω της αθέμιτης εκμετάλλευσης των νομισμάτων, των παραγώγων, των ρίσκων, της αβεβαιότητας και ανάλογων αποστομωτικών κινήσεων.
Η περίπτωση της Ελλάδας είναι πράγματι μοναδική. Πρόκειται για κάτι περισσότερο από έναν εύσημο τρόπο περιθωριοποίησης της χώρας και μπορεί να αναδειχθεί σε μια δοκιμή για το πώς η ευρωζώνη μπορεί να αποδομηθεί και να επιστρέψουν οι παλιές καλές μέρες της απεριόριστης εκμετάλλευσης των εθνικών νομισμάτων από τους διαχειριστές των hedge funds και των τραπεζικών κολοσσών. Στην περίπτωση της Ελλάδας τετραγωνίστηκε ο κύκλος: οι χρηματιστές δημιουργούν πρόβλημα μεγιστοποιώντας τα ρίσκα, αδέξιες κυβερνήσεις ζητούν τις «συμβουλές των ειδημόνων» για να αντιμετωπίσουν τα αναπόφευκτα. Δυστυχώς ζητούν συμβουλές από τους ίδιους ενόχους που δημιούργησαν το πρόβλημα. Όταν δε, και οι νέες συμβουλές αποδεικνύονται σφαλερές, οι «σύμβουλοι» παίρνουν τα ρέστα τους και κάνουν τόπο για το ΔΝΤ και τους διαχειριστές των hedge funds. Στην αναζήτηση ψευτών για να μαγειρέψουν τα βιβλία της, η Ελλάδα επέλεξε τον καλύτερο στον τομέα τους: την Goldman Sachs.
Από τη στιγμή που δρομολογήθηκε μια διαδικασία χρεοκοπίας, το έδαφος ήταν πρόσφορο για τις μεγάλες δυνάμεις να φορτώσουν τα στρατηγικά τους πακέτα στους ώμους ενός προεπιλεχθέντος στόχου, όπως η Ελλάδα. Ας θυμηθούμε ότι ένα τεστ αντοχής του ελληνικού οικονομικού τομέα διενεργήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’90 για στρατηγικούς λόγους. Η τότε έφοδος των Σόρος και Ίρβιν Τραστ στη δραχμή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ήταν πολύ ισχυρή για μια μετωπική επίθεση. Τότε ξεπεράστηκε η κρίση στην κούρσα του εθνικού νομίσματος, αλλά εξετέθησαν ωστόσο οι αδυναμίες της χώρας. Ο Σόρος και η παρέα του γνώριζαν ότι θα υπήρχε και «επόμενη φορά». Η επόμενη φορά ήταν προβλέψιμη, αλλά συχνά οι προβλέψεις καταλήγουν ως φωνές βοώντων εν τη ερήμω όταν οι διαμορφωτές της πολιτικής συγχέουν την εικόνα με την πραγματικότητα.
Υπάρχουν πολλά στοιχεία που δείχνουν ότι τα Βαλκάνια βρίσκονταν στο επίκεντρο μιας γεωστρατηγικής μεταμόρφωσης πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ. Η σημερινή ελληνική κατάσταση μπορεί να ερμηνευθεί ως ωρίμανση των «μεγάλων σχεδίων» που καταστρώθηκαν στη δεκαετία του “90. Οι διαμορφωτές της ελληνικής πολιτικής και τα διανοητικά κουταβάκια που ενστερνίστηκαν τότε την ιδέα υποβίβασης της εθνικής κυριαρχίας και την αντικατάσταση της με νόμους της παγκοσμιοποίησης, αγνόησαν ή δεν αντιλήφθηκαν καθόλου τα σχέδια διάσπασης συμπαγών κοινωνιών.
Ας απαριθμήσουμε, λοιπόν, τι δεν έγινε αντιληπτό και τι πρόκειται ν’ ακολουθήσει, αν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις:
-
- Όταν το 1991 άλλαξε η κυβέρνηση στις ΗΠΑ, τα ακαδημαϊκά «αποδημητικά πουλιά» της συνομοταξίας των Δημοκρατικών μαζεύτηκαν στην Ουάσιγκτον φωνάζοντας χαρωπά: «Έχω μια απάντηση, παρακαλώ κάντε μου μια ερώτηση». Ανυπομονούσαν να ξαναφτιάξουν το παγκόσμιο σύστημα και τον κόσμο «αναπτύσσοντας» μια νέα μεγάλη στρατηγική που θα διασφάλιζε την αιώνια φήμη τους. Μεταξύ των πρώτων αποδημούντων ήταν ο Τζόσεφ Ναι από το Χάρβαρντ, που εγκαταστάθηκε στο Πεντάγωνο όπου γεννήθηκε και επωάστηκε το αυγό “ήπια ισχύς”. Το έχαψαν αμέσως οι πρωτοκουλτουριάρηδες και οι συντονισμένες με την Ουάσιγκτον ελληνικές ελίτ, που η “μαλακιά δύναμη” τούς φάνηκε ως μαγική φόρμουλα για τη λύση όλων των ελληνικών εθνικών θεμάτων
- Το διάστημα 1990-92, «ειδικοί» που συμμετείχαν σε γνωστές δεξαμενές σκέψης, ανάμεσα τους το Ινστιτούτο Βrookings, «προέβλεψαν» (θα έλεγα ενθάρρυναν) τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ως μια δοκιμή στη «μεταβίβαση εξουσίας» σε περιοχές και υποπεριοχές στην υπάρχουσα ακόμη τότε Σοβιετική Ένωση. Αλλά στην περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας, επελέγη η σκληρή δύναμη (λέγεται πόλεμος) αντί της «μαλακής ισχύος» για έναν άλλο λόγο: ήταν εκεί που το ΝΑΤΟ δοκίμασε την αλλαγή δόγματος του από αμυντική σε επιθετική συμμαχία υπό το πρόσχημα «επιβολής ειρήνης». Ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης ήταν παρών κατά τη δραστική αυτή αλλαγή στη συνάντηση των υπουργών Αμυνας του ΝΑΤΟ στη Ρώμη, αλλά προφανώς του διέφυγε η σημασία της.
- Το 1993, ο Σάμιουελ Χάντινγκτον παρουσίασε τη μεγάλη του στρατηγική στο δοκίμιο του «Η σύγκρουση των πολιτισμών» (Foreign Affairs, καλοκαίρι 1993) στο οποίο περιέγραψε την Ελλάδα ως μια «ανωμαλία» σε δυτικούς πολιτισμούς και συλλογικές οργανώσεις. Το 1995 πήγε ένα βήμα πιο πέρα συνιστώντας την αποβολή της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κατά την άποψή του, «η Ελλάδα είναι μια ανωμαλία, ο Ορθόδοξος παρείσακτος στους δυτικούς πολιτισμούς… (και) δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στις αρχές και τα ήθη και των δύο» (Η σύγκρουση των πολιτισμών και η αναδόμηση της παγκόσμιας τάξης, σελ. 162-63).
-
- Ο Ρόμπερτ Κάπλαν, «θεωρητικός» θαυμαστής ισοπεδωμένης υφηλίου (πιθανόν νια εύκολη διέλευση του χρήματος) και συγγραφέας του έργου «Τα Βαλκανικά Φαντάσματα», «συμπλήρωσε» την ιδεολογία του Χάντινγκτον ανακηρύσσοντας την Ελλάδα μέρος της Μέσης Ανατολής! Γράφοντας στην επιθεώρηση “Νew Republic” (2 Αυγ. 1993), ο Κάπλαν χρησιμοποίησε το γεωγραφικό του νυστέρι για να παραχωρήσει τα Βαλκάνια εκεί όπου ανήκαν πριν από το 1912. «…η περιοχή των Βαλκανίων», δήλωσε, «εκτός από την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, είναι η Μέση Ανατολή».
- Γρήγορη προώθηση της προϊούσας κρίσης: Σε ένα κύριο άρθρο («Νew York Τimes», 25 Απριλίου 2010), ο Κάπλαν επιστρέφει στο θέμα του Χάντινγκτον: ότι η Ελλάδα είναι μία ανωμαλία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. «Υπάρχει ένα βαθύτερο αίτιο για την ελληνική κρίση που ουδείς τολμά να αναφέρει επειδή συνεπάγεται μία μοιρολατρική αποδοχή: τη γεωγραφία», γράφει ο Κάπλαν. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα δεν ανήκει στη ζώνη του ευρώ. Όμως, σπρώχνοντας την Ελλάδα έξω από την Ευρώπη προϋποθέτει έναν διαφορετικό ρόλο για την Τουρκία.
- Ο Γκράχαμ Φούλερ του Rand Corporation παρείχε ένα μοντέλο και ο Πολ Κένεντι του Υale το εξευγένισε στο σύγγραμμά του «Κρίσιμα κράτη». Και οι δύο συνέστησαν κατεδάφιση του κεμαλισμού και της κοσμικότητας, συγχώνευση εθνικισμού και Ισλάμ σε ένα νέο κράμα που βαφτίστηκε «ΝεοΟθωμανισμός», που προτιμάται για την αναστήλωση της τουρκοαραβικής φιλίας. Αυτό θα επέτρεπε στην Άγκυρα να παίξει έναν κρίσιμο ρόλο εκτός συνόρων, εκτεινόμενο από τον Περσικό Κόλπο μέχρι το Σαράγιεβο, ένα ρόλο πολύ δύσκολο υπό κεμαλικό εθνικισμό. Τέτοια δύναμη, σύμφωνα με τους νέους κηδεμόνες, δεν πρέπει «να αποτελεί τη φούντα της ουράς της Ευρώπης» αλλά της ανήκει ρόλος περιφερειακού τοποτηρητή. Σε αυτό το μοντέλο, δυσοίωνα αποκαλούμενο «Στρατηγικός Χώρος στην Εγγύς Ανατολή», η Ελλάδα, ξανά, αντιμετωπίζεται ως «μία ανωμαλία» διότι ανήκει στην Ε.Ε. και όχι στη «Μέση Ανατολή» που παραδόξως ανήκε υπηρεσιακά στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ μέχρι το 1972. Ευρισκόμενη ακριβώς στο κέντρο του «Βαλκανικού τμήματος» της Εγγύς Ανατολής, όπως τουλάχιστον το αντιλαμβάνονται μερικοί, αλλά ανήκοντας στην Ε.Ε., περιπλέκει την αναγέννηση του Οθωμανισμού και τη νοσταλγία όσων ονειρεύονται νέους σουλτάνους να επιβλέπουν έφιπποι τους Άραβες.
Τα παραπάνω αποτελούν μία μικρή, πολύ μικρή συζήτηση για το στρατηγικό περιβάλλον στο οποίο προστίθεται η τρέχουσα κρίση της Ελλάδας. Περαιτέρω αναλύσεις των μελλοντικών επιπτώσεων είναι εύκολες. Ωστόσο, θα προσθέσω τη γνώμη μου για την άμεση απήχηση της παρουσίας του ΔΝΤ στην Ελλάδα της μπουλντόζας που έχει ισοπεδώσει τον εθνικό πλούτο διεθνώς και τον έχει μεταφέρει σε οικονομικούς ολιγάρχες υπό το πρόσχημα της αποδοτικότητας.
- Ο πυρήνας της «μαλακής ή ήπιας δύναμης» της Ελλάδας ήταν το τραπεζικό σύστημα και η περιφερειακή προβολή του έχει σχεδόν εξαλειφθεί ως παράγων άσκησης επιρροής στην εγγύς περιοχή του. Και εάν ως εκ θαύματος αναστηθεί, θα είναι υπό νέα, άγνωστη, ανεξέλεγκτη και υπόγεια διεύθυνση.
- Ο τομέας ενέργειας όπως και οι επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα μπορεί να καταλήξουν να βγουν στο σφυρί του μειοδότη, κάτι που δοκιμάστηκε με τα Ναυπηγεία του Γκντανσκ και όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις της Σερβίας.
- Τέλος, ολόκληρη η χώρα μπορεί να μετατραπεί/ ή να αντιμετωπιστεί ως μια τεράστια έκταση «οικοπέδων», με την προοπτική εμφύτευσης παρείσακτων αλλοδαπών κοινοτήτων μέσα στο εθνικό περιβάλλον. Σε μια φάση «επείγουσα ανάπτυξη» και ένδοια επενδύσεων, οικονομική αναγέννηση και εθνική αλλοίωση θα πηγαίνουν χέρι με χέρι. Οι υπογραμμιζόμενες εδώ προοπτικές θα επιδεινώσουν την κοινωνική αναταραχή σε γκετοποιημενα αστικά κέντρα και αργά ή γρήγορα η βιομηχανία «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» θα παρέμβει να προστατεύσει όλων των ειδών «θύματα». Σε έναν τέτοιο φαύλο κύκλο, η αναταραχή θα χρησιμοποιείται ως απόδειξη «αστάθειας» που θα επηρεάζει τη χρηματοπιστωτική αξιοπιστία της χώρας και θα δικαιολογεί ξένη επιτήρηση απεριόριστου χρόνου. Εύχομαι και προσεύχομαι να αποδειχθώ σφάλλων.
Αναδημοσίευση από την Ελευθεροτυπία
Ανάλυση του Νικολάου Α. Σταύρου, Επίτιμου καθηγητή Διεθνών Σχέσεων τού Πανεπιστημίου Χάουαρντ της Ουάσιγκτον