Μαρ. 2000
του Κωνσταντίνου Σάμιου
Περίπου 70 χρόνια πριν από την περίφημη μαχη τού Μαραθώνα (490 π.Χ.) όπου έδρασε και άφησε την σφραγίδα του στην Ιστορία, ο μεγάλος Στρατηγός Μιλτιάδης, άρχισε η μεγάλη βεντέτα δύο από τις μεγαλύτερες οικογένειες των Αθηνών. Από τη μία ήταν η αριστοκρατική οικογένεια των Φιλαιδών και από την άλλη οι Νηλείδες (απόγονοι κατά την θεωρία τους του γιου του βασιλιά της Πύλου Νέστορα, του Πεισίστρατου) της περιοχής της Βραυρώνας. (Ισχυρή κατά την εποχή κωμόπολη των Μεσογείων, με συμπαγή αγροτικό πληθυσμό και ισχυρή δύναμη, οικονομική – στρατιωτική).
Σε πρώτη φάση ο Μιλτιάδης ο πρεσβύτερος, θείος του Μιλτιάδη του Στρατηγού του Μαραθώνα, συμμαχώντας με τους αντιπάλους του γνωστού τυράννου Πεισίστρατου, έχασε την δύναμη και περιέπεσε σε δυσμένεια, μετά την ήττα του στη μάχη που έγινε στην Βραυρώνα. Έφυγε λοιπόν εξόριστος από την Αθήνα και πήγε στη χερσόνησο της Καλλίπολης όπου ίδρυσε ισχυρή αποικία με τους ανθρώπους της οικογένειας και της φυλής του που τον ακολούθησαν. Ο Μιλτιάδης ο πρεσβύτερος κράτησε για 20 περίπου χρόνια την αποικία και όντας άτεκνος άφησε την εξουσία στα παιδιά του ετεροθαλούς αδελφού του Κίμωνα τον Στησαγόρα στην αρχή, και μετά από 10 χρόνια περίπου στον Μιλτιάδη το νεώτερο (τον Στρατηγό).
Ο Μιλτιάδης ο Στρατηγός ανέλαβε την εξουσία γύρω στο 516 π.Χ. σε ηλικία περίπου 38 ετών. Έμπειρος στα στρατηγικά προσπάθησε για χρόνια πολλά στην αρχή (516 -513 π.Χ.) να αντιταχθεί στους Πέρσες που επεκτείνονταν προς την Βόρεια Βαλκανική Χερσόνησο και αντιμετώπιζαν σαν πρώτη απειλή την Ανεξάρτητη αποικία της Καλλίπολης. Από το 513 π.Χ. έγινε υποτελής του Δαρείου, διατηρώντας την εξουσία του.
Μετά την πτώση των Πεισιστρατιιδών, η Αθηναϊκή Δημοκρατία ενισχύοντας τους δεσμούς με τους εξόριστους και τους Ιωνικούς πληθυσμούς, τον προσέγγισε και πέτυχε
την συμμαχία του. Έτσι όταν ξέσπασε η αποτυχημένη επανάσταση των Ιώνων το 499 π.Χ. ο Μιλτιάδης συμμετείχε καταλαμβάνοντας την Λήμνο και την Ίμβρο, τις οποίες παραχώρησε στην Αθήνα και η οποία τις διατήρησε για περίπου ένα αιώνα υπό την εξουσία της. Γύρω στο 494 π.Χ. η Ιωνική επανάσταση καταπνίγηκε με την πτώση της Μιλήτου και το 493 π.Χ. ο Δαρείος έφθασε στην Καλλίπολη.
Ο Μιλτιάδης τότε φορτώνοντας 5 πλοία με τους θησαυρούς του, ξεκίνησε για την Αθήνα. Στην δραματική του καταδίωξη έχασε τον πρώτο γιο, τον Μητίοχο και ένα από τα πλοία του.
Φθάνοντας στην Αθήνα οι Αλκμεωνίδες τον πέρασαν από δίκη για την τυραννική του εξουσία στην Καλλίπολη, αλλά με μια ιστορική απόφαση ο ίδιος και ο γιος του, ο περίφημος μετέπειτα στρατηγός Κίμων, απαλλάχθηκαν θριαμβευτικά από τον εξεγερθέντα ουσιαστικά Αθηναϊκό λαό, που τον λάτρευε εξαιτίας τόσο της ιστορίας του θείου του όσο και τη στάση του το 499 – 494 π.Χ. στην εξέγερση των Ιώνων.
Η ήττα και η καταστροφή της Ιωνίας ήταν βαρύ πλήγμα για τον λαό της νεοσύστατης Αθηναϊκής Δημοκρατίας και κάθε κατηγορία εναντίον μορφών που είχαν στο ενεργητικό τους την αντίσταση στους Πεισιστρατίδες των οποίων ο τελευταίος αρχηγός, ο Ιππίας, είχε διαφύγει μετά την ανακήρυξη της Αθηναϊκής Δημοκρατίας στην αυλή του Πέρση Μεγάλου Βασιλιά Δαρείου, θα κατέπιπτε εύκολα στην Εκκλησία του Δήμου.
Η Αθήνα προετοιμαζόταν για τη δική της σειρά στην αλυσίδα της Περσικής επέκτασης. Το 493 π.Χ. ο λαός τον εξέλεξε για πρώτη φορά σαν ένα από τους 10 στρατηγούς της. Για 3 ολόκληρα χρόνια η σύγκρουση προετοιμαζόταν και από τις δύο μεριές. Ο Ιππίας έχοντας με το μέρος του τους πληθυσμούς της Μεσογαίας στους οποίους είχε δώσει τόσο ο ίδιος όσο και ο Πεισίστρατος μεγάλα προνόμια και τους είχε παραδοσιακά με το μέρος του, συμβούλευσε τον Δαρείο και τους έμπειρους στρατηγούς του Δάτη και Αρταφέρνη, να διαλέξουν το μέρος της τελικής σύγκρουσης, τον Μαραθώνα.
Επιτέλους το τοπίο θα ξεκαθάριζε. Η βεντέτα θα έληγε. Οι Πέρσες σε περίπτωση νίκης τους θα τον επανέφεραν στην εξουσία. Οι Φιλαίδες, ο λαός της Αθήνας, οι θεσμοί της Δημοκρατίας θα τελείωναν. Όλα θα μπαίναν στην παλιά καλή σειρά. Εκεί στα τέλη Αυγούστου τα Περσικά καράβια, μεταφέροντας περί τους 45.000 – 50.000 άνδρες, ανάμεσα τους έχοντας 10.000 ιππείς και άλογα από το αήττητο Περσικό Ιππικό (κάτι σαν το σημερινό βαρύ πυροβολικό) αποβιβάστηκαν στον όρμο του Μαραθώνα.
Στην Αθήνα τα νέα έφθασαν την επομένη. Η πόλη ήταν ανάστατη. Στην Αγορά τα πνεύματα είχαν ανάψει. Οι μισοί έλεγαν να τουςπεριμένουν να τους αντιμετωπίσουν στα προάστεια της πόλης. Οι υπόλοιποι ξαναμμένοι υποστηρίζουν τη λύση της άμυνας στον Μαραθώνα. Ο Μιλτιάδης δεν έχασε χρόνο. Το επόμενο απόγευμα η απόφαση έπρεπε να βγει. Με μια δραματική αγόρευση έπεισε τον Αθηναϊκό λαό να δεχθεί τη λύση της “ενεργητικής άμυνας”. Οι Αθηναίοι πολίτες θα αντιμετώπιζαν τους Πέρσες στον Μαραθώνα. Δεν ταίριαζε η άμυνα της Αθήνας με την ψυχολογία του. Ο αγώνας θα διεξαγόταν στην έδρα των Πεισιστρατιδών. Εκεί κοντά στην Βραυρώνα όπου ο θείος του 70 χρόνια πριν είχε χάσει και η τυραννία είχε επιβληθεί στην πόλη του. Η παρτίδα έπρεπε να κλείσει. Η βεντέτα θα τελείωνε.
Το ίδιο βράδυ τα στρατεύματα των Αθηναίων είχαν κιόλας ξεκινήσει. Θα έφθαναν αργά τη νύχτα στα υψώματα ΒΔ του Μαραθώνα (πάνω από τη Ν. Μάκρη, κοντά στο σημερινό χωριό – συνοικισμό της Ανατολής, στο λόφο Αγριλίκι). Κάτω στα μάτια τους θα φάνταζαν οι δεκάδες χιλιάδες των Περσών. Το πρωί της άλλης μέρας, ο Ιππίας κοιτώντας προς τη μεριά τους, θα έβλεπε το Αθηναϊκό στρατόπεδο και θα σκεφτόταν: Ήλθε η ώρα λοιπόν. Ήλθε η ώρα…
Το Περσικό Ιππικό από τη μια, η Αθηναϊκή φάλαγγα των οπλιτών από την άλλη. Οι Αθηναίοι συνετά είχαν απλωθεί στις παρυφές των λόφων κρατώντας τους δρόμους προς την Αθήνα. Οι Πέρσες απλώνονταν στην πεδιάδα του Μαραθώνα και στην αμμουδιά του Σχοινιά. Οι Αθηναίοι έστειλαν ημεροδρόμους σε διάφορες κατευθύνσεις ζητώντας βοήθεια. Ανταποκρίθηκαν πανστρατιά οι Πλαταιείς (1.000 περίπου άνδρες). Οι Σπαρτιάτες απάντησαν στον Φειδιππίδη ότι λόγω των γιορτών των αφιερωμένων στον ΑΠΟΛΛΩΝΑ ΚΑΡΝΕΙΟ (τα περίφημα ΚΑΡΝΕΙΑ) και της πανσελήνου δεν μπορούσαν να στείλουν άμεση βοήθεια. (Η αλήθεια ήταν ότι φοβούντο τους Μεσσήνιους και τους είλωτες οπού είχαν εξεγερθεί). Έτσι έφθασαν την επαύριο της μάχης με 2.000 άνδρες.
Στο μεταξύ οι στρατηγοί είχαν διχαστεί. Οι μισοί είχαν την άποψη να περιμένουν τους Σπαρτιάτες. Οι άλλοι μισοί ήθελαν να επιτεθούν άμεσα. Ανάμεσα τους ο Μιλτιάδης. Το απόγευμα, πριν την κρίσιμη ψηφοφορία ο Μιλτιάδης έπιασε τον Καλλίμαχο (ήταν ο γηραιότερος και κατά παράδοση αρχιστράτηγος). Του θύμισε ότι ο παππούς του είχε πολεμήσει μαζί με τον θείο του ενάντια στους Πεισιστρατίδες. Τον έπεισε για το μέγεθος της ιστορικής μνήμης στην περίπτωση νίκης. Ο γηραιός στρατηγός πείσθηκε. Καλύτερα ένας τίμιος – ηρωϊκός θάνατος παρά μια άτιμη υποχώρηση”. Η ψηφοφορία είχε κριθεί. Το συμβούλιο ανέθεσε κατ’ εξαίρεση την ουσιαστική αρχηστρατηγίσ στον Μιλτιάδη.
Εκείνος περίμενε. Οι μέρες περνούσαν. Την επόμενη θα ήταν η κανονική σειρά του να αναλάβει και τυπικά την αρχιστρατηγία. Το μικρό καλοκαίρι του Σεπτέμβρη είχε εξουθενώσει τους Πέρσες. Η ζέστη, η υγρασία και τα κουνούπια των ελών του Σχοινιά είχαν ταλαιπωρήσει τα άλογα του Περσικού ιππικού. Το απόγευμα ο Δάτις και ο Αρταφέρνης βλέποντας ήσυχο το ελληνικό στρατόπεδο, για να ξεκουράσουν το ιππικό, το απέσυραν από την πεδιάδα του Μαραθώνα, φορτώνοντας το στα καράβια.
Οι αγγελιοφόροι έφεραν το μήνυμα στον Μιλτιάδη. Εκείνος χαμογέλασε. Το πρωί ο κόσμος θα ήταν διαφορετικός…
Κάλεσε τους στρατηγούς, τους ιλάρχους. Το μήνυμα είχε πάει σε όλο το στρατόπεδο. Η νύχτα ήταν ατελείωτη. Όλοι ξαγρυπνούσαν. Εκείνο το βράδυ κανένας δεν κοιμήθηκε. Όλοι κοιτούσαν προς τη θάλασσα. Έσφιγγαν τα ξίφη τους, τα δόρατα, τα βέλη τους.
Τα κοκόρια άρχισαν να λαλούν από τις αγροικίες της Προβάλινθου (Ανατολή – Ν. Μάκρη σήμερα). Ξαφνικά σαν ένα σώμα 10.000 -11.000 άνδρες άρχισαν να κατεβαίνουν τις πλαγιές του Κοτρωνιού και του Αγριελικιού. Ο γρήγορος βηματισμός έγινε τρέξιμο και το τρέξιμο άνεμος που παρέσυρε τις Περσικές προφυλακές και σκοπιές. Οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς κάλυψαν τα 8 στάδια (περίπου 1600 μέτρα) που τους χώριζαν από τους Πέρσες σε λιγότερο από 6-7 λεπτά (ο πρώτος λόγος για τον οποίο εμείς οι ΔΡΟΜΕΙΣ ΤΡΕΧΟΥΜΕ για τον Μαραθώνιο ΔΡΟΜΟ).
Η στρατηγική του Μιλτιάδη μεγαλοφυής. Η τακτική της Λαβίδας με ενισχυμένα τα άκρα (αριστερό προς το Σχοινιά οι Πλαταιείς, δεξιό οι Αθηναίοι με τον Καλλίμαχο, στο… κέντρο ο Θεμιστοκλής και ο Αριστείδης με λίγες αλλά τις καλύτερες γυμνασμένες δυνάμεις), διδάσκονταν και διδάσκεται σε όλες τις ανώτερες Στρατιωτικές Σχολές Πολέμου.
Η μάχη ξεκίνησε γύρω στις 5 -5.30″ το πρωί. Οι πρώτες ακτίνες του ζωοδότη Ήλιου άρχισαν να φωτίζουν τον ορίζοντα της θάλασσας. Γύρω στις 7 η μάχη είχε κριθεί… Τα ενισχυμένα άκρα της Αθηναϊκής αήττητης φάλαγγας των Ελευθέρων Δημοκρατών πολιτών είχαν σαρώσει τα αντίπαλα στρατεύματα που οπισθοχωρούσαν όπως – όπως. Το κέντρο οπισθοχωρώντας συντεταγμένα είχε εγκλωβίσει μεγάλο μέρος των επίλεκτων Περσικών δυνάμεων. Ξαφνικά τα άκρα της Λαβίδας έκλεισαν. Γύρισαν προς το κέντρο. Οι Πέρσες αλλόφρονες ανακάλυψαν ότι κινδύνευαν να εγκλωβιστούν. Πετώντας όπλα και ασπίδες άρχισαν να τρέχουν για να γλυτώσουν… τα έλη του Σχοινιά τους περίμεναν…
Ο Ιππίας γύρισε και κοίταξε προς τη μεριά της Μιλτιάδη, πάνω στα υψώματα. “Φεύγουμε”, γύρισε και είπε στον Δάτι και Αρταφέρνη. “Φεύγουμε…”
Στις 8.30′ το πρωί η μάχη είχε φθάσει στα καράβια. Οι Αθηναίοι, οι Πλαταιείς κρατούσαν τα καράβια με τα χέρια τους. Εκεί έπεσε ο Καλλίμαχος, ο Κυναίγειρος, ο Στρατηγός Στησίλαος και πολλοί Αθηναίοι που είχαν κυριολεκτικά παραφρονήσει.
Ο Μιλτιάδης αγέρωχος κοιτούσε το βασιλικό καράβι να απομακρύνεται. Η ματιά του συνάντησε εκείνη του Ιππία… Η βεντέτα είχε κλείσει λοιπόν… Τα μάτια του ενός έλαμπαν από ευτυχία στα 64 του χρόνια, του άλλου έκλαιγαν…
Δέκα μήνες αργότερα και οι δύο θα ήσαν νεκροί. Ο ένας, ο Ιππίας, στην αυλή του Πέρση βασιλιά ξεχασμένος από όλους. Ο άλλος ο Μιλτιάδης, στη φυλακή των Αθηνών τραυματισμένος από γάγγραινα, έπειτα από αποτυχημένη εκστρατεία εναντίον Ελληνικών νησιών (Πάρος – Νάξος) που είχαν υποστηρίξει τους Πέρσες. Ο ένας ντροπιασμένος, ο άλλος δοξασμένος.
Του Ιππία ο τάφος παρέμεινε άγνωστος, σε ξένη χώρα, σε άγνωστο μέρος. Του Μιλτιάδη ο τάφος έγινε στον Μαραθώνα, κοντά στα παλικάρια του, στον Τύμβο…
Κάθε φορά λοιπόν που περνάμε τρέχοντας από εκεί, να θυμόμαστε και να ανατριχιάζουμε. Δεξιά εκεί στη Ν. Μάκρη ο Μιλτιάδης αγέρωχος πάνω στ’ άλογο του θα μας κοιτάζει και θα χαμογελά ευτυχισμένος… Εμείς ακόμα και σήμερα, 2490 και πλέον χρόνια μετά, θα τρέχουμε, πολεμώντας κοντά του. Και θα μεταφέρουμε το μήνυμα του “νενικηκαμεν” (δεύτερος λόγος…) αλλά και για να προλάβουμε τα περσικά πλοία πριν φτάσουν στο Φάληρο και εισβάλλλουν στην ανυπεράσπιστη Αθήνα (τρίτος λόγος. Όχι βέβαια από το γνωστό δρόμο των 42 περίπου χιλιομέτρων, όπως οι βασιλιάδες της Αγγλίας επιβάλλουν, αλλά από την αρχαία συντομότερη διαδρομή των 37,5 χιλιομέτρων).
Και άθελα μας θα πολεμάμε και μεις για τους ίδιους λόγους που τα ταραγμένα χρόνια του 560 – 490 π.Χ. η βεντέτα των Φιλαϊδών με τους Νηλείδες (Πεισιστρατίδες) έσωσε την Αθήνα, την Ελλάδα και για πολλούς τον κόσμο ΟΛΟΝ…